Κάταγμα ισχίου

Τι είναι το κάταγμα ισχίου;

Το κάταγμα ισχίου είναι στην πραγματικότητα το σπάσιμο στο εγγύς τμήμα του μηριαίου οστού. Αποτελεί έναν απ’ τους πιο συχνούς τραυματισμούς που απασχολεί έναν Ορθοπαιδικό Χειρουργό. Η εμφάνισή του βαίνει συνεχώς αυξανόμενη παγκοσμίως. Στο εγγύς μέλλον αναμένεται να απαιτήσει τεράστια ποσά από τους προϋπολογισμούς υγείας όλων των χωρών για τη θεραπεία και την αποκατάστασή του.

Ποιοι είναι πιο επιρρεπείς στο κάταγμα ισχίου;

Στην μεγάλη τους πλειοψηφία οι ασθενείς είναι ηλικιωμένοι και ο τραυματισμός είναι χαμηλής βίας, συνήθως μετά από πτώση από το ύψος τους. Πιο σπάνια, το κάταγμα ισχίου επισυμβαίνει και σε νέους ασθενείς, ως συνέπεια τραυματισμών υψηλής βίας, όπως τροχαία ατυχήματα ή πτώσεις από μεγάλο ύψος.

Ποια είναι τα είδη του κατάγματος ισχίου;

Τα κατάγματα του ισχίου χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Στην περίπτωση που ο τραυματισμός συμβαίνει στον αυχένα του μηριαίου οστού, το κάταγμα λέγεται υποκεφαλικό. Αντίστοιχα, όταν το κάταγμα εμφανίζεται λίγο πιο χαμηλά στην περιοχή των τροχαντήρων αποκαλείται διατροχαντήριο κάταγμα.

Πώς τίθεται η διάγνωση;

Η διάγνωση του κατάγματος ξεκινάει πάντοτε από τη λήψη του ιατρικού ιστορικού και την κλινική εξέταση. Ένας ασθενής που είχε πτώση από το ύψος του ή ακόμα χειρότερα από μεγάλο ύψος και αδυνατεί να ορθοστατήσει και να βαδίσει είναι αρκετά πιθανό να έχει κάταγμα στο ισχίο. Συχνά το πόδι θα είναι πιο κοντό από το άλλο και σε θέση στροφής προς τα έξω.

Η απλή ακτινογραφία του ισχίου συνήθως αρκεί για τη διάγνωση. Πιο σπάνια, θα χρειαστεί επιπλέον απεικονιστικός έλεγχος, όπως μαγνητική ή αξονική τομογραφία προκειμένου να τεθεί η διάγνωση.

Ποια είναι η θεραπεία για το κάταγμα ισχίου;

Στα διατροχαντήρια κατάγματα χρησιμοποιούμε σύγχρονα υλικά οστεοσύνθεσης, όπως ενδομυελικούς ήλους. Τα συγκεκριμένα υλικά έχουν στόχο τη σταθεροποίηση του ισχίου που θα επιτρέψει την κινητοποίηση του ασθενούς άμεσα έως και την πώρωση του κατάγματος.

Στα υποκεφαλικά κατάγματα η ενδεδειγμένη χειρουργική παρέμβαση είναι η αντικατάσταση της μηριαίας κεφαλής με μεταλλική πρόθεση στους ηλικιωμένους ασθενείς, που ονομάζεται ημιαρθροπλαστική. Η περιοχή αυτή του μηριαίου οστού είναι αρκετά δύσκολο να πωρωθεί μετά από κάταγμα καθώς παραβλάπτεται σημαντικά η αιμάτωσή της. Μετά την ημιαρθροπλαστική ο ασθενής είναι και πάλι σε θέση να ορθοστατήσει άμεσα.

Σε νέους ασθενείς η ημιαρθροπλαστική δεν συνίσταται, και σ’ αυτήν την περίπτωση καταβάλλεται κάθε προσπάθεια να γίνει επείγουσα οστεοσύνθεση του υποκεφαλικού κατάγματος προκειμένου ο νέος και δραστήριος ασθενής να κρατήσει την κεφαλή του μηριαίου για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει διεθνώς συμφωνία της βιβλιογραφίας ότι η χειρουργική αντιμετώπιση δίνει μακράν τα καλύτερα λειτουργικά αποτελέσματα.

Ποια είναι η πορεία του ασθενούς μετεγχειρητικά;

Τις πρώτες εβδομάδες μετά την επέμβαση του ισχίου συχνά οι ασθενείς χρειάζονται βοήθημα στην κινητοποίηση, όπως πατερίτσες, με την καθοδήγηση φυσιοθεραπευτή. Λαμβάνουν επίσης αντιθρομβωτική αγωγή με τη μορφή υποδόριων ενέσεων και αναλγητική αγωγή ανάλογα με την περίπτωση.

Η μεγάλη πλειοψηφία των ασθενών καταφέρνει μετά την επέμβαση σταδιακά να επανέλθει στο προηγούμενο επίπεδο δραστηριοτήτων της.

Ο Ορθοπαιδικός Χειρουργός Π. Μπουντογιάννης είναι Στρατιωτικός Ιατρός με εξειδίκευση στη Χειρουργική Καταγμάτων, ενώ παρουσιάζει έντονο επιστημονικό ενδιαφέρον στη χειρουργική ισχίου. Προτεραιότητα του ιατρού είναι η ασφάλεια και ταχεία ανάρρωση του ασθενούς. Για αυτό χρησιμοποιεί νέες τεχνικές αποκατάστασης, ελάχιστης επεμβατικότητας με σεβασμό στον ασθενή και τις ιδιαίτερες ανάγκες του.